19:30 – 20:30

11η ΣΥΝΕΔΡΙΑ

Αίθουσα «Συνεδρίων» (2ος όροφος)

Προεδρείο:  Ισ. Μπέης, Αικ. Γαϊτανάκη.

19:30 – 19:45

Αγγελή Ι.-Κ., Κ. Γαϊτανάκη, Α. Λάζου1 και Iσ. Μπέης

Τομέας Φυσιολογίας Ζώων & Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, ΕΚΠΑ. 1Εργαστήριο Φυσιολογίας Ζώων, Τομέας Ζωολογίας, Τμήμα Βιολογίας, ΑΠΘ

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΤΡΕΣ (ΜΗΧΑΝΙΚΟ, ΩΣΜΩΤΙΚΟ, ΘΕΡΜΙΚΟ) ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ MAPKs ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ na ridibunda

 

19:45 – 20:00

Σταματίου Π., Ε. Γουργού, Π. Παφίλης και Σ.Δ. Βαλάκος

Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, ΕΚΠΑ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΠΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ ΣΑΥΡΩΝ (SAURIA:LACERTIDAE)

20:00 – 20:15

Μάντζιου1 Γ., S. Roberts1, E. Βαλάκος2 και Π. Λυμπεράκης1

1Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, ΠΚ. 2Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, ΕΚΠΑ

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Mauremys caspica RIVULATA (TESTUDINES: BATAGURIDAE) ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

20:15 – 20:30

Παράβας1 Β., N. Πουλακάκης1, E. Βαλάκος2

και Π. Λυμπεράκης1

1Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, ΠΚ.  2Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, ΕΚΠΑ

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΤΟΥ ΕΝΔΗΜΙΚΟΥ ΤΡΩΚΤΙΚΟΥ της ΚΡΗΤΗΣ Acomys minous (bate, 1906), (muridae: rodentia)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΤΡΕΣ (ΜΗΧΑΝΙΚΟ, ΩΣΜΩΤΙΚΟ, ΘΕΡΜΙΚΟ) ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ MAPKs ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ RANA RIDIBUNDA

 

Αγγελή Σ. Ι.-Κ., Γαϊτανάκη Κ., Λάζου Α*. και Iσ. Μπέης

Τομέας Φυσιολογίας Ζώων & Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, Ε.Κ.Π.Α., *Εργαστήριο Φυσιολογίας Ζώων, Τομέας Ζωολογίας, Τμήμα Βιολογίας, Α.Π.Θ.

Οι MAPKs συμμετέχουν σε οδούς μεταγωγής πληθώρας σημάτων από το εξωτερικό περιβάλλον των κυττάρων προς τον πυρήνα τους. Στην παρούσα μελέτη έγινε προσπάθεια διαλεύκανσης του μηχανισμού της ενεργοποίησής τους κάτω από συνθήκες στρες στην απομονωμένη εμποτιζόμενη καρδιά του Rana ridibunda. Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι το μηχανικό στρες (αυξημένη πίεση εμποτισμού) προκαλεί την ενεργοποίηση και των τριών υπο-οικογενειών MAPKs (ERK, JNKs, p38-MAPK) με χρονικό πρότυπο το οποίο διαφέρει σε κάθε περίπτωση. Εξετάσθηκε επίσης η επίδραση του ωσμωτικού στρες αλλά και της αυξημένης ή μειωμένης θερμοκρασίας, τόσο στην ενεργοποίηση όσο και στη δραστικότητα της κατεξοχήν αποκρινόμενης στο στρες p38-MAPK. Σε κάθε περίπτωση, ειδικοί αναστολείς κατέστειλαν πλήρως την όποια απόκριση των μελετούμενων κινασών. Επιπλέον, αποτελέσματα βιοχημικών αναλύσεων έδειξαν την παρουσία της ενεργοποιημένης p38-MAPK στον πυρήνα των καρδιακών μυοκυττάρων. Ανάλογα ήταν τα ευρήματα της ανοσοϊστοχημικής μας μελέτης. Το ενδοκυτταρικό πρότυπο κατανομής της φωσφορυλιωμένης p38-MAPK, είναι ενδεικτικό της αλληλεπίδρασής της με πιθανά υποστρώματα στο κυτόπλασμα αλλά και στον πυρήνα. Περαιτέρω μελέτες θα συμβάλλουν στην αποσαφήνιση του ρόλου των MAPKs στην απόκριση-προσαρμογή των οργανισμών αυτών, κάτω από ανάλογες στρεσογόνες συνθήκες in vivo.

 

Η εργασία αυτή χρηματοδοτήθηκε από τον Ε.Λ.Κ.Ε. του Ε.Κ.Π.Α. και από τη Φαρμακευτική Εταιρεία ΕΛΠΕΝ.


Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΠΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ ΣΑΥΡΩΝ (SAURIA:LACERTIDAE)

 

Σταματίου Π., Ε. Γουργού, Π. Παφίλης και Σ.Δ. Βαλάκος

Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθήνας, 15784, Πανεπιστημιούπολη Ιλίσια

 

 Ο εξώθερμος χαρακτήρας των ερπετών επηρεάζει άμεσα την λειτουργία της πέψης. Στην παρούσα εργασία ασχοληθήκαμε με την πεπτική ικανότητα σε 4 είδη σαυρών της οικογένειας Lacertidae. Πρόκειται για την Lacerta graeca, την Podarcis peloponnesiaca , την P.erhardii και την P.gaigeae .Τα δύο πρώτα είναι ενδημικά της Πελοποννήσου ενώ το τελευταίο της Σκύρου. Τα μελετούμενα ζώα μπορούν να σχηματίσουν δύο ζευγάρια : Η L.graeca και η P.peloponnesiaca είναι συμπατρικές και έχουν ακριβώς το ίδιο θερμικό περιβάλλον παρότι έχουν μεγάλη φυλογενετική απόσταση, ενώ οι 3 σαύρες του γένους Podarcis έχουν στενή φυλογενετική σχέση και ακολουθούν σε γενικές γραμμές το ίδιο θερμορρυθμιστικό πρότυπο.

Προκειμένου να προσδιορίσουμε την πεπτική ικανότητα εξετάσαμε τον μέσο δείκτη φαινομενικής ικανότητας πέψης (apparent digestibility coefficient, ADC) για τα λιπίδια, τις πρωτείνες και τα σάκχαρα. Το μέγεθος αυτό εξαρτάται από τη διαφορά μεταξύ της περιεκτικότητας των θρεπτικών συστατικών στην τροφή των ζώων (προνύμφες Tenebrionidae) και στα περιττώματα τους. Το πείραμα εφαρμόστηκε σε 3 διαφορετικές θερμοκρασίες (20, 25 και 30 C). Επιπλέον με κατάλληλο πείραμα εκτιμήσαμε τον χρόνο που απαιτείται ώστε να διέλθει η τροφή από τον πεπτικό σωλήνα (gut passage time, GPT) στις θερμοκρασίες που αναφέραμε.

Σε χαμηλές θερμοκρασίες η τροφή παραμένει περισσότερο χρόνο στο στομάχι του ζώου (μεγαλύτερες τιμές GPT) ενώ όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία τόσο ελαττώνεται ο GPT. Οι τιμές του ADC στις θερμοκρασιακές συνθήκες που εφαρμόσαμε το πείραμα διαφέρουν πάντως ανάμεσα στα εξεταζόμενα είδη, κάτι που φαίνεται ότι σχετίζεται με την κατανομή των ζώων.

 

Υποστηρίζεται από το ΠΕΝΕΔ 99 (99ΕΔ 231) και από τον ΕΛΚΕ.

 


ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Mauremys caspica RIVULATA (TESTUDINES: BATAGURIDAE) ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

 

Μάντζιου1 Γ., S. Roberts1, E. Βαλάκος2 και Π. Λυμπεράκης1

1Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Τ.Θ. 2208, 71409 Ηράκλειο. E-mail: mantziou@nhmc.uoc.gr

2Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Βιολογίας, Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Πανεπιστημιούπολη, GR-157 84 Αθήνα, Ελλάδα

 

Στη παρούσα εργασία εξετάζονται στοιχεία οικολογίας της Mauremys caspica rivulata (Testudines: Bataguridae), που είναι το μόνο είδος χελώνας του γλυκού νερού που ζει στην Κρήτη. Συγκεκριμένα προσεγ-γίστηκαν: η αναπαραγωγή, η θερμορύθμιση και οι κίνδυνοι που διατρέχει το είδος. Η μελέτη βασίστηκε σε παρατηρήσεις πληθυσμών στο πεδίο, αλλά και σε ζώα σε συνθήκες ημι-αιχμαλωσίας. Η πολύπλοκη διαδικασία της ωοαπόθεσης και της εκκόλαψης περιγράφεται εδώ για πρώτη φορά. Όσον αφορά στη θερμορύθμιση τα ανήλικα άτομα ακολουθούν διαφορετική στρατηγική από τα ενήλικα, ενώ δεν παρατηρήθηκε διαφορά στη θερμορυθμιστική συμπεριφορά μεταξύ αρσενικών και θηλυκών. Ο βασικότερος κίνδυνος που διατρέχει το είδος στην Κρήτη είναι η καταστροφή των βιοτόπων του.

Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το ΠΕΝΕΔ 99 (99ΕΔ 231)


 


 ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΤΟΥ ΕΝΔΗΜΙΚΟΥ ΤΡΩΚΤΙΚΟΥ της ΚΡΗΤΗΣ Acomys minous (bate, 1906), (muridae: rodentia).

 

Παράβας1 Β., N. Πουλακάκης1, E. Βαλάκος2 και Π. Λυμπεράκης1

1Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Τ.Θ. 2208, 71409 Ηράκλειο, Ελλάδα, E-mail: zax@nhmc.uoc.gr

2Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Βιολογίας, Τομέας Φυσιολογίας Ζώων και Ανθρώπου, Πανεπιστημιούπολη, GR-157 84 Αθήνα, Ελλάδα

 

Η εργασία αυτή αφορά στη μελέτη οικολογικών και δημογραφικών παραγόντων του είδους Acomys minous (Bate, 1906), οι οποίοι σχετίζονται με το μέγεθος πληθυσμού, την ακτίνα μετακίνησης του και τις τροφικές του συνήθειες. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε βασίστηκε σε δειγματοληψίες του τύπου σύλληψης – επανασύλληψης (CaptureRecapture), σε περιοχή με φρυγανική και χαμηλή μακκία βλάστηση σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα. Ο βιότοπος στον οποίο έλαβε χώρα η έρευνα πεδίου βρίσκεται βορειοδυτικά της πόλης του Ηρακλείου της Κρήτης. Η παρακολούθηση του πληθυσμού ξεκίνησε τον Οκτώβρη του 1999 και συνεχίζεται έως και σήμερα. Έκτοτε έχουν καλυφθεί όλες οι δυνατές κλιματικές, φωτοπεριοδικές και εποχιακές διακυμάνσεις, για δύο σχεδόν χρόνια. Για την προσέγγιση των τροφικών συνηθειών του είδους συλλέχθηκαν σε διάφορες περιόδους υπολείμματα τροφής από επιλεγμένες φωλιές του ζώου. Τα δείγματα αυτά αναλύθηκαν στο εργαστήριο, με σκοπό μία ποσοτικοποίηση της κατανάλωσης σχετικά με φυτικά ή ζωικά είδη. Παράλληλα συλλέχθηκαν και διάφορα οικολογικά στοιχεία για τη περιοχή, που αφορούν στη χλωριδική σύσταση και ποικιλότητα, καθώς και στοιχεία για τη πανίδα της περιοχής και την αφθονία των προτιμούμενων για τροφή ζωικών ειδών από τον αγκαθοποντικό. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο Acomys minous είναι το κυρίαρχο τρωκτικό στο βιότοπο, εμφανίζει εποχιακή δραστηριότητα, έντονα συσχετισμένη με την αφθονία τροφής, τις κλιματικές συνθήκες και τις αναπαραγωγικές του τακτικές, ενώ η κύρια πηγή τροφής του είναι τα χερσαία μαλάκια, τα οποία θηρεύει επιλεκτικά, ενώ εποχιακά τρέφεται και με άλλα ζωικά ή φυτικά είδη.

Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το ΠΕΝΕΔ 99 (99ΕΔ 231)